Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

Ήταν ένα όμορφο ζευγάρι

 


Ήταν ένα όμορφο ζευγάρι. Ήθελαν να κάνουν οικογένεια ίσως και παιδιά κάποια στιγμή. Γι’ αυτό αγόρασαν σπίτι μαζί. Χρεώθηκαν αλλά ήταν όμορφα. Το δικό τους σπίτι…. Όλοι έβαλαν ένα χεράκι να τους βοηθήσουν με τις εργασίες στο σπίτι. Μπάνιο, πλακάκια, ηλεκτρικά… Ο πεθερός, τα ξαδέρφια, οι φίλοι… Το αγόρι χρειάστηκε να πάει να τακτοποιήσει μία οικονομική εκκρεμότητα. Στο δρόμο βρήκε το φίλο του, ασυναίσθητα έκαναν χειραψία. Πήγαν να πιουν ένα καφέ μαζί, είχαν καιρό να τα πουν. Ο καφές έγινε τσίπουρο κι έτσι λίγο ζαλισμένοι έκαναν χειραψία και φιλήθηκαν σταυρωτά. Έτσι ασυναίσθητα.  Στο δρόμο για το σπίτι συνειδητοποίησε τι έκανε. Να της το πει; Να μην της το πει; Γύρισε στο σπίτι και έπλυνε τα χέρια του πολύ καλά. Μα τα μαγούλα του εκαιγαν. Τι είχε κάνει, του ήταν αδιανόητο. Η σχέση τους ήταν βασισμένη στην ειλικρίνεια, μα πραγματικά δεν ήθελε να της το πει… σαν να είχε ερωμένη, έτσι ένιωθε. Το μεσημέρι έφαγαν παρέα. Δεν ήταν καλά. Οι ώρες της μέρας πέρναγαν πολύ αργά.  Έπρεπε να της το πει. Το βράδυ ξάπλωσαν να κοιμηθούν. Με ένα κόμπο στο λαιμό, με μισά λόγια της το είπε. Βρήκε το φίλο του. Έκαναν μία χειραψία. Φιλήθηκαν σταυρωτά. Την είδε να δακρύζει. Την είδε να σφίγγει τα χείλια της. Το ήξερε ότι η γυναίκα του έκλαιγε από ένα μείγμα θυμού, στενοχώριας και φόβου. «Θέλεις να με σκοτώσεις; Το σαββατοκύριακο θα έρθει ο πατέρας μου, θέλεις να τον σκοτώσεις; Που γυρνά το μυαλό σου; Είναι δυνατόν να μην με υπολογίζεις; Είχα κάνει όνειρα και τώρα όλα γκρεμίστηκαν; Θεέ μου δεν το πιστεύω ότι μπόρεσες να το κάνεις αυτό»… Το ήξερε ότι ήταν λάθος του. Το ήξερε πόσο πολύ φοβόταν αυτή η γλυκιά γυναίκα που είχε στο πλάι του. Κι όμως την έβαλε σε κίνδυνο. Κι αυτήν και την οικογένεια της. Τίποτα πια δεν θα ήταν όπως πρώτα. Ήταν ένα όμορφο ζευγάρι. Ήταν. Στο παρελθόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου